ΟΙ ΝΕΚΡΕΣ ΠΕΡΙΣΤΕΡΕΣ
Άνοιξε τη φωλίτσα της απαλάμης
και πέταξε το πρώτο
ξανθό περιστέρι
πέταξαν οι πελειάδες στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα
Όλα τα μάτια παρακολουθούσαν τα καμπυλωτά τους πετάγματα
πέταξαν οι ιερές περιστέρες
και δε βρήκαν το δρόμο της
επιστροφής.
Στυλωμένα τα μάτια, στυλωμένα τ’ αυτιά
σταματημένες καρδιές στην αναμονή της επιστροφής
των περιστεριών, σταματημένα τα ρολόγια του ήλιου
στη ματωμένη απόγνωση και η μαντική δρυς του Δία κατακεραυνωμένη,
ούτε το κουφάρι της δεν υπάρχει πια
Εκεί, στο Μαντείο της Δωδώνης
πετρωμένος σαν μαρμάρινη στήλη
περιμένει ο πολυμήχανος Οδυσσέας το χρησμό
για την επιστροφή του στην Ιθάκη
Με το καμπυλόγραμμο πέταγμα του περιστεριού
με καψαλισμένα φτερά από τις φλόγες της Τροίας
ο Αινείας παίρνει
το δρόμο να ξεμπλέξει τα νήματα της μοίρας
Οι κύκλοι του χρόνου ανακατεύτηκαν, χάθηκαν
Δεν υπάρχουν θροΐσματα, όλα τα δέντρα έπεσαν μαχόμενα ηρωικά
στα κατώφλια άγριων εποχών
χάθηκαν και τα ίχνη του μάντη Ελλού
από τα γυμνά του πόδια,
τα σκέπασαν τα πεσμένα φύλλα,
τα εξαφάνισαν το αίμα και
οι νεροποντές.
Ο ουρανός έγινε μολυβένιος
αστράφτει, βροντάει και κατακεραυνώνει
με τα μαλαματένια μαστίγια του οργισμένου Δία
Όλη τη νύχτα η νεροποντή έπνιξε τον κόσμο
και το πρωί ο χείμαρρος πλημμύριζε
με νεκρά περιστέρια.
Ουδέν ιερά Φηγό, ουδέν περιστέρες, ουδέν χρησμοί.
Ο κόσμος σέρνεται με ραβδί τυφλού.
Δεκέμβριος 2011
ΠΕΤΡΟΣ ΤΣΕΡΚΕΖΗΣ
Από την ανέκδοτη συλλογή «ΑΠΕΙΡΩΤΑΝ»
Άνοιξε τη φωλίτσα της απαλάμης και πέταξε το πρώτο ξανθό περιστέρι πέταξαν οι πελειάδες στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα
Όλα τα μάτια παρακολουθούσαν τα καμπυλωτά τους πετάγματα
πέταξαν οι ιερές περιστέρες και δε βρήκαν το δρόμο της επιστροφής.
Στυλωμένα τα μάτια, στυλωμένα τ’ αυτιά
σταματημένες καρδιές στην αναμονή της επιστροφής
των περιστεριών, σταματημένα τα ρολόγια του ήλιου
στη ματωμένη απόγνωση και η μαντική δρυς του Δία κατακεραυνωμένη,
ούτε το κουφάρι της δεν υπάρχει πια
Εκεί, στο Μαντείο της Δωδώνης
πετρωμένος σαν μαρμάρινη στήλη
περιμένει ο πολυμήχανος Οδυσσέας το χρησμό
για την επιστροφή του στην Ιθάκη
Με το καμπυλόγραμμο πέταγμα του περιστεριού
με καψαλισμένα φτερά από τις φλόγες της Τροίας ο Αινείας παίρνει το δρόμο να ξεμπλέξει τα νήματα της μοίρας
Οι κύκλοι του χρόνου ανακατεύτηκαν, χάθηκαν
Δεν υπάρχουν θροΐσματα, όλα τα δέντρα έπεσαν μαχόμενα ηρωικά
στα κατώφλια άγριων εποχών
χάθηκαν και τα ίχνη του μάντη Ελλού από τα γυμνά του πόδια, τα σκέπασαν τα πεσμένα φύλλα, τα εξαφάνισαν το αίμα και οι νεροποντές.
Ο ουρανός έγινε μολυβένιος
αστράφτει, βροντάει και κατακεραυνώνει
με τα μαλαματένια μαστίγια του οργισμένου Δία
Όλη τη νύχτα η νεροποντή έπνιξε τον κόσμο και το πρωί ο χείμαρρος πλημμύριζε
με νεκρά περιστέρια.
Ουδέν ιερά Φηγό, ουδέν περιστέρες, ουδέν χρησμοί. Ο κόσμος σέρνεται με ραβδί τυφλού.
Δεκέμβριος 2011
ΠΕΤΡΟΣ ΤΣΕΡΚΕΖΗΣ
Από την ανέκδοτη συλλογή «ΑΠΕΙΡΩΤΑΝ»
Posted in: ΠΟΙΗΣΗ
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου