Δευτέρα 30 Σεπτεμβρίου 2013

ΠΕΣ ΜΟΥ ΠΩΣ ΤΡΥΠΩΝΟΥΝ ( ΠΕΤΡΟΣ ΤΣΕΡΚΕΖΗΣ )

ΠΕΣ ΜΟΥ ΠΩΣ ΤΡΥΠΩΝΟΥΝ

Η νύχτα γέμισε τα μαύρα της μαντίλια
Με θραύσματα κρυστάλλων μετεωρίτες λαμπρούς
Από νεκρούς λησμονημένους πλανήτες.
Και σκέπασε τον ύπνο του κόσμου. Όνειρα γλυκά, μάτια μου.
Είμαι στη βεράντα ενός άστρου και νανουρίζω
Όνειρο με δυο φτερά περιστεριού
Πόσο κοντά είσαι που δεν μπορώ ν’ αντέξω
Το χαμό μιας ελπίδας που με τυραννάει σαν δήμιος
Είσαι πολύ μακριά για να χαιρετήσω
Τον ερχομό ενός ονείρου που ξεψύχησε
Στην αμμουδιά της ξεχασμένης νιότης.
Σταμάτα πια μη σκουπίζεις τα μάτια με αυτά τα μαντίλια
Που έβαψαν κόκκινα από τον πόνο.
Η αντάρα κρεμάστηκε στα βλέφαρά μου
Και κρύβει τη θάλασσα του πόθου μου που οργιάζει.
Κρασί κερνάω τον πόθο μου, κρασί τον πόνο και την αγάπη
Είσαι πολύ κοντά για να σου χαρίσει ο ουρανός το φιλί ενός άστρου
Δε σε φτάνει, δε σε θωρεί, το άγγιγμα σου γρατζουνίζει
Το δέρμα μιας ανέμελης υποψίας. Είσαι πολύ μακριά
Για να σε τοποθετήσω στη χρυσή αγκαλιά μιας κλίνης
Από αναφιλητά με προσδοκίες αναστεναγμών
Το στόμα της νύχτας είναι άδειο, το στόμα του φιλιού
Φαγώθηκε σε μια θάλασσα από καρχαρίες και σειρήνες
Και η πέτρα της υπομονής έγινε θρύψαλα
Πάνω στους βράχους μιας άλλης εποχής.
Είσαι τόσο μακριά παλμός θάλασσας στο εύθραυστο στέρνο
μια στερνής επιθυμίας
Και τόσο κοντά αργυρά φίδια κεραυνών που περιφρουρούν
Το βασιλικό μέγαρο μιας οργισμένης γοργόνας
Πνίγεσαι στον καθρέφτη ενός παγιδευμένου ασθενή
Στις μεταστάσεις του αθεράπευτου σώματος του λυπημένου φθινοπώρου.
Ακουμπάς το κεφάλι σου στο μαξιλάρι από κίτρινα φύλλα.
Η νύχτα δεν έχει στόμα, έχει μόνο εφιαλτικούς γκρεμούς αστεριών
που βελάζουν στα τρίσβαθα της μνήμης θεριεύοντας λιονταρίσια.
Πες μου πως τρυπώνει η θλίψη σ’ένα ποτήρι ερωτευμένων
και σ’ένα δάσος αηδονιών, πες μου, μπορείς;
Οι ανάσες του ανέμου είναι από σπασμένα κουπιά,
σπασμένα κατάρτια και τρίαινες στην καρδιά ενός ανυπότακτου Οδυσσέα
Με ποιες λέξεις μιλάνε οι κούφιες σιωπές;
Κάθε λέξη είναι μια σκοτεινή σήραγγα, κάθε λέξη είναι μια πληγή
Ευάλωτο φως, βαμβάκι για τις πληγές
Πες μου πως τρυπώνει η θλίψη στο περιφρουρημένο κάστρο
μιας ζηλεμένης αγάπης,
Πως σκοτεινιάζει έτσι ο ουρανός από μαύρα φτερά
Πες μου σε πιο πέλαγος σηκώνει τα πανιά της η ελπίδα;
Πες μου πως έβαψαν έτσι τα κόκκινα μαντίλια
Τον ουρανό, τη θάλασσα και το πράσινο ποτάμι της καρδιάς μου
Αν με βρεις στο κατώφλι σου κάποιο πρωινό
που ανεμίζει ο ήλιος τα χρυσά του σεντόνια
Θα είμαι από ξεραμένη λάσπη, από αίμα και από αγάπη
Πες μου πως τρυπώνουν έτσι αλύπητα τα αιχμηρά μαχαίρια
του πόνου, της θλίψης και της αγάπης.
Μεθάω με το κρασί του πόνου,
με το κρασί ποτίζω τα άνυδρα παρτέρια μιας άχρωμης ζωής
και ο λεπτός μίσχος της ψυχής μας χλομιάζει, όλο χλομιάζει.
Όλα μου λεν να σ’αρνηθώ κι εγώ δε σ’απαρνιέμαι
Δεν μπορώ ν’απαρνηθώ αυτό το δρόμο της καρδιάς,
Το αμάρτημα του έρωτα με αυτά τα μάτια ουρανό
Όλα τα πηγάδια είναι μολυσμένα, και τα πηγάδια τ’ουρανού
και της γης, αλλά εγώ κρατώ το τελευταίο δάκρυ κρυστάλλινο,
ύδωρ ιερό για να ποτίσω το όνειρό σου.

ΠΕΤΡΟΣ ΤΣΕΡΚΕΖΗΣ

Από τη συλλογή «ΑΝΑΠΝΟΕΣ ΗΛΙΟΥ»
Στην περιοχή Lefkosa, Nicosia, Cyprus

  • " Το αμάρτημα του έρωτα με αυτά τα μάτια ουρανό "

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...
Twitter Delicious Facebook Digg Stumbleupon Favorites More

 
Design by Free WordPress Themes | Bloggerized by Lasantha - Premium Blogger Themes | 100 Web Hosting